Ως υπογονιμότητα ορίζεται η αδυναμία ενός ζευγαριού να συλλάβει.
Το ανθρώπινο είδος έχει χαμηλή αναπαραγωγική ικανότητα. Η πιθανότητα ενός νεαρού και γόνιμου ζευγαριού να πετύχει μια εγκυμοσύνη μέσα σε ένα μήνα είναι γύρω στο 25-30%, ενώ χρειάζονται 2-4 μήνες για την πλειοψηφία των ζευγαριών.
Τα ποσοστά αυτά δεν είναι σωρευτικά, και εκτιμάται ότι μόνο το 85% όλων των φυσιολογικών ζευγαριών θα πετύχουν εγκυμοσύνη μέσα σε ένα χρόνο.
Η υπογονιμότητα επηρεάζει 1 στα 5-6 ζευγάρια στον Δυτικό κόσμο (περίπου 20%) με μια αυξητική τάση η οποία οφείλεται σε διάφορα αίτια όπως πχ κοινωνικά αίτια καθυστέρηση της μητρότητας κλπ.
Επιπλέον, υπάρχουν περιβαλλοντικά αίτια (πχ χημικές ουσίες, απορρυπαντικά, ρυπογόνα κλπ) που επηρεάζουν την αναπαραγωγή.
Περίπου 30% των περιπτώσεων υπογονιμότητας οφείλονται σε γυναικεία αίτια, 30% σε ανδρικούς παράγοντες, και περίπου το 20% είναι συνδυασμός και των δύο.
Τέλος, υπάρχει μια ομάδα περίπου 20% στην οποία τα αιτία της υπογονιμότητας είναι άγνωστα, αν και η ομάδα αυτή μειώνεται σταδιακά, χάρη στην επιστημονική πρόοδο και στα μέσα διάγνωσης.